δεδομένον
- Μελέτες - Δημοσιεύσεις
- …
- Μελέτες - Δημοσιεύσεις
δεδομένον
- Μελέτες - Δημοσιεύσεις
- …
- Μελέτες - Δημοσιεύσεις
Γάμοι και διαζύγια στην Κύπρο
Νεόφυτος Αριστοδήμου, Μιχάλης Μιχαηλίδης
1 Φεβρουαρίου 2024
1. Περίληψη
Εξετάζοντας τον αριθμό των γάμων στην Κύπρο κατά τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες βλέπουμε ότι οι εκκλησιαστικοί γάμοι παραμένουν σχετικά σταθεροί, μεταξύ 4 και 6 χιλιάδων ετησίως. Οι πολιτικοί γάμοι που ήταν πολύ λίγοι πριν το 1990, σταδιακά αυξάνονται και κατά το 2019 πλησίασαν σε αριθμό τους εκκλησιαστικούς. Συνολικά πάντως, οι γάμοι φαίνεται να μειώνονται ως ποσοστό του αυξανόμενου πληθυσμού της χώρας. Ειδικά στους εκκλησιαστικούς γάμους παρατηρείται το εποχικό φαινόμενο της μείωσης τους κατά τα δίσεκτα έτη και αύξησής τους κατά την επόμενη χρονιά. Το φαινόμενο αυτό ατονεί μετά το 2010 και δεν παρατηρείται στους πολιτικούς γάμους. Διαχρονικά η μέση ηλικία γάμου έχει αυξηθεί, και έχει φτάσει το 2019 στα 32 έτη για τις γυναίκες, και στα 35 για τους άντρες. Οι μέσες ηλικίες γάμου είναι μικρότερες σε εκκλησιαστικούς παρά σε πολιτικούς γάμους και για τα δύο φύλα.
Ως προς τις εθνικότητες, περισσότεροι Κύπριοι παρά Κύπριες συνάπτουν γάμο με μη Κύπριους. Κύπριες είναι πιθανότερο να παντρευτούν με Έλληνες, παρά Κύπριοι με Ελληνίδες υπηκόους. Κύπριοι είναι πολύ πιθανότερο να νυμφευτούν γυναίκες από χώρες του πρώην Συμφώνου Βαρσοβίας παρά Κύπριες με άντρες από τις χώρες αυτές. Σε γάμους μεταξύ μη Κυπρίων υπηκόων παρατηρούνται συγκριτικά μεγάλοι αριθμοί γάμων μεταξύ αντρών από την Ινδία, Πακιστάν, ή Μπαγκλαντές και γυναικών που προέρχονται κυρίως από τη Ρουμανία ειδικά τα τελευταία λίγα χρόνια.
Ο αριθμός διαζυγίων παρουσιάζει αύξηση κατά την περίοδο της μελέτης και κυμαίνεται γύρω στο 30% των γάμων κατά τα τελευταία χρόνια της μελέτης. Ως προς τη διάρκεια του γάμου πριν αυτός καταλήξει σε διαζύγιο, φαίνεται ότι η κατηγορία 1-5 έτη διάρκειας γάμου πριν το διαζύγιο είναι η επικρατούσα, ακολουθούμενη από την κατηγορία 6-9 έτη. Το μεγαλύτερο ποσοστό διαζυγίων αφορά σε ζευγάρια χωρίς παιδιά. Όταν ένα ζευγάρι παίρνει διαζύγιο και έχει παιδιά, η ηλικία παιδιών κατά το έτος διαζυγίου στις περισσότερες περιπτώσεις είναι μεταξύ 5 και 14 ετών.
2. Γάμοι και διαζύγια στην Κύπρο
α. Εκκλησιαστικοί και πολιτικοί γάμοι
Αναφορικά με τους γάμους στην Κύπρο, η Στατιστική Υπηρεσία στα στοιχεία που συλλέγει περιλαμβάνει εκκλησιαστικούς (Χριστιανοί Ορθόδοξοι από τις καταχωρήσεις των εκκλησιαστικών περιφερειών, αλλά και Αρμενίων και Μαρωνιτών) και πολιτικούς γάμους (τα στοιχεία υποβάλλονται από τους δήμους στους οποίους οι γάμοι τελούνται). Ο συνολικός αριθμός γάμων κατά τα πρώτα χρόνια μετά το 1974, στην πλειονότητά τους εκκλησιαστικοί γάμοι, παρουσίαζε μια σταθερότητα (μεταξύ 4-6 χιλ. ετησίως1) με εξαίρεση τα δύο τελευταία χρόνια της περιόδου παρατήρησης με τους γάμους να αυξάνονται σε 7-8 χιλιάδες2. Οι πολιτικοί γάμοι άρχισαν να αυξάνονται κατά τη δεκαετία του 1990, με μεγάλη αύξηση προς το τέλος της δεκαετίας αυτής.
Μέχρι τα τέλη του εικοστού αιώνα, η συντριπτική πλειοψηφία των Κυπρίων προχωρούσε σε σύναψη εκκλησιαστικού γάμου, παρότι ήδη από τη δεκαετία του 1970, οπότε και έχουμε στοιχεία, υπήρχε παράλληλα και η επιλογή του πολιτικού. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990, οι πολιτικοί γάμοι αποτελούσαν λιγότερο από το 16% του συνόλου των γάμων.
Οι εκτιμήσεις κατά τη δεκαετία του 1990, μέχρι και το 2002, γίνονται πιο δύσκολες λόγω δύο παραγόντων:
- Η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης με την παράλληλη αύξηση των ροών προς την Κύπρο από ελληνόφωνους και μη κατοίκους από τις νεόκοπες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, και
- Του τρόπου με τον οποίο η Στατιστική Υπηρεσία συνέλεγε τα στοιχεία για γάμους μέχρι και το 2003. Κατά το διάστημα 1994-2002 παρατηρείται αλματώδης αύξηση των πολιτικών γάμων, η οποία φτάνει μέχρι και το 65% του συνόλου για τα έτη 2000-2002.
Οι δύο αυτοί παράγοντες πιστεύουμε ώθησαν την Στατιστική Υπηρεσία να μεταβάλει τον τρόπο που συλλέγει στοιχεία, με αποτέλεσμα να χρειάζεται να εξηγήσουμε ότι τα στοιχεία και η ανάλυσή τους χωρίζονται σε δύο περιόδους:
- Στοιχεία προ του 2003: γίνεται καταμέτρηση των γάμων ασχέτως μόνιμου τόπου κατοικίας τους ζευγαριού.
- Στοιχεία από το 2003 και έπειτα: γίνεται διαχωρισμός μεταξύ μόνιμων και μη κατοίκων Κύπρου.
- Το ενδιαφέρον αυτής της μελέτης επικεντρώνεται στους μόνιμους κάτοικους.
- Παρά τις όποιες «παραφωνίες» δημιουργούνται από την αλλαγή των στοιχείων, επιλέγουμε να αναλύσουμε τα στοιχεία από τότε που υπάρχουν για πληρέστερη παρουσίαση. Όμως τονίζουμε την αλλαγή στον τρόπο εκτίμησης από το 2003 και μετά, κάτι που καθιστά τις διαχρονικές τάσεις να μην είναι άμεσα συγκρίσιμες πριν και μετά.
Μέχρι και το 2002, οι γάμοι δεν κατηγοριοποιούνται μεταξύ κατοίκων Κύπρου και μη. Η αύξηση που παρατηρείται, οφείλεται στους πολιτικούς γάμους, ζευγαριών που σε σημαντικό ποσοστό με κριτήριο την εθνικότητα φαίνεται να μην είναι κάτοικοι Κύπρου. Μεταξύ των ετών 1998-2002 πραγματοποιήθηκαν σε μέσο όρο 3750 γάμοι ανά έτος μεταξύ είτε δύο Βρετανών ή δύο Ισραηλιτών. Αντίστοιχα κατά το διάστημα μεταξύ 1974-1997 ο μέσος όρος γάμων στις δύο αυτές εθνικότητες ήταν μόλις 640 ανά έτος.3
Από το 2003 και μετά, οι εκκλησιαστικοί γάμοι σταθεροποιούνται γύρω στις 4 χιλ. ετησίως και οι πολιτικοί γάμοι στις 2 χιλ. περίπου ετησίως σε μια αναλογία 2 προς 1. Εμφανής αύξηση παρουσιάζεται στους πολιτικούς γάμους κατά τα έτη 2018 και 2019, ενώ αντίστοιχα οι εκκλησιαστικοί γάμοι (κυρίως μεταξύ Κυπρίων) παραμένουν σταθεροί. Όπως θα δούμε πιο κάτω η αύξηση των πολιτικών γάμων οφείλεται σε αύξηση γάμων μεταξύ συγκεκριμένων εθνικοτήτων (μη Κυπρίων).
Ένα ενδιαφέρον στοιχείο αφορά στους εκκλησιαστικούς γάμους κατά τα δίσεκτα έτη μέχρι και το 2008. Κατά το δίσεκτο έτος, ο αριθμός των εκκλησιαστικών γάμων μειώνεται κατακόρυφα σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά (η μεγαλύτερη πτώση ήταν 38%). Αντίθετα το αμέσως επόμενο έτος μετά τον δίσεκτο χρόνο, η σημαντική αύξηση που παρατηρείται «επαναφέρει» τον αριθμό σε πιο κανονικά επίπεδα. Πιστεύουμε ότι συνδέεται με τις τοπικές παραδόσεις της Κύπρου που θέλουν το δίσεκτο έτος να είναι «κακότυχο» και το οποίο καλύτερα να αποφεύγεται για σημαντικές αποφάσεις, όπως ο γάμος. Η τάση αυτή είναι ιδιαίτερα αισθητή μέχρι και το 2008. Τα επόμενα δίσεκτα έτη, δηλαδή το 2012 και 2016 παρότι παρουσιάζουν πτώση, αυτή περιορίζεται σε μονοψήφιο ποσοστό, κάτι που υποδεικνύει ότι μάλλον ατονεί η συγκεκριμένη συμπεριφορά. Οι μεταβολές αυτές δεν φαίνεται να επηρεάζουν τα ζευγάρια που επιλέγουν τον πολιτικό γάμο.
1Για το διάστημα 1974-2002 τα στοιχεία δεν αφορούν σε μόνιμους κατοίκους, αλλά σε όλους τους γάμους που γίνονταν στην Κύπρο, γεγονός που επηρεάζει σημαντικά τους αριθμούς μεταξύ των ετών 1997-2002.
2 Όπως θα δούμε σε επόμενη ενότητα, η αύξηση οφείλεται κυρίως σε γάμους μεταξύ συγκεκριμένων εθνικοτήτων (μη Κύπριων) μόνιμων κατοίκων Κύπρου.
3Αντίστοιχοι αριθμοί παρατηρούνται και μετά το 2003 στο σύνολο των γάμων ασχέτως χώρας μόνιμης κατοικίας του ζευγαριού. Δεν παρατίθενται διότι η μελέτη επικεντρώνεται μόνο στους μόνιμους κάτοικους Κύπρου.
β. Διαζύγια σε σχέση με τους γάμους
Ενώ στους γάμους διαχρονικά παρατηρείται σχετική σταθερότητα, ο αριθμός διαζυγίων είναι σταθερά αυξανόμενος. Από πολύ μικρούς αριθμούς στην αρχή της περιόδου μελέτης, γύρω στα 200-250, τα διαζύγια ξεπέρασαν τις 2000 από το 2010 και μετά. Αυτό ισχύει ενώ οι γάμοι παραμένουν σταθεροί μεταξύ 4-6 χιλιάδες κάθε χρονιά. Κατά την τελευταία δεκαετία τα διαζύγια ξεπερνούν το 25% των γάμων και κάποιες χρονιές φτάνουν και άνω του 35%.
Θυμίζουμε ότι από το 2003 έγινε διαχωρισμός των γάμων σε κατοίκους Κύπρου και μη, κάτι που δικαιολογεί το άλμα στο ποσοστό διαζυγίων από 13% το 2002 σε 26% το επόμενο έτος. Τα διαζύγια που εκδίδονται στην Κύπρο αφορούν καθ΄ ολοκληρία ζευγάρια που έχουν μόνιμη κατοικία τους στην Κύπρο. Πάντως από το 2003 μέχρι το 2019, οι γάμοι που οδηγούνται σε διαζύγιο αποτελούν – με μικρές διακυμάνσεις - περίπου το 30% του συνόλου.
Σημ. Το 2003 άλλαξε ο τρόπος καταμέτρησης γάμων με διαχωρισμό μεταξύ μόνιμων και μη κατοίκων Κύπρου. Για περισσότερες λεπτομέρειες δείτε το σχετικό σημείο στην ενότητα 2α.
Δυστυχώς δεν υπάρχουν στοιχεία για να αναλύσουμε ξεχωριστά εκκλησιαστικούς και πολιτικούς γάμους που οδηγήθηκαν σε διαζύγιο.
γ. Γάμοι και διαζύγια σε σχέση με τον πληθυσμό
Στο σύνολο του πληθυσμού, οι εκκλησιαστικοί γάμοι ακολουθούν μια πτωτική πορεία και από το 1% στις αρχές της δεκαετίας 1980 έχουν πέσει κατά το ήμισυ τέσσερις δεκαετίες αργότερα. Η μείωση οφείλεται κυρίως στην αύξηση του πληθυσμού παρά στη μείωση του αριθμού των γάμων. Αντίθετη πορεία ακολουθούν οι πολιτικοί γάμοι που από πολύ μικρό ποσοστό σταθεροποιούνται σε περίπου 0,2% του πληθυσμού από το 2003 και εντεύθεν. Μάλιστα το 2019 φτάνουν στο 0.4% και πλησιάζουν το ποσοστό των εκκλησιαστικών γάμων.
Τέλος τα διαζύγια παρουσιάζουν σταθερή αυξητική πορεία και από σχεδόν μηδενική βάση τα πρώτα χρόνια της περιόδου μελέτης, σταθεροποιούνται αρχικά και ξεπερνούν στη συνέχεια το 0.2% του πληθυσμού ετησίως.
Σημ. Το 2003 άλλαξε ο τρόπος καταμέτρησης γάμων με διαχωρισμό μεταξύ μόνιμων και μη κατοίκων Κύπρου. Για περισσότερες λεπτομέρειες δείτε το σχετικό σημείο στην ενότητα 2α.
Από τα στοιχεία που έχουμε φαίνεται ότι η αύξηση των πολιτικών γάμων από το 2003 και μετά, οπότε και έχουμε αναλυτικά στοιχεία τόσο για κατοίκους Κύπρου ή μη, όσο και την εθνικότητα του ζευγαριού, οφείλεται κυρίως στα ζευγάρια που και τα δύο μέρη είναι μη Κύπριοι πολίτες. Διαχρονικά την περίοδο 2004-2019 σε μέσο όρο το 65% των γάμων μεταξύ μη Κύπριων πολιτών είναι πολιτικοί. Για την ίδια περίοδο στο σύνολο των πολιτικών γάμων, το 46% γίνεται μεταξύ μη Κύπριων πολιτών.
3. Μέση ηλικία γάμου
α. Εκκλησιαστικός και πολιτικός γάμος
Έχουμε ήδη αναφέρει ότι από το 2003 και μετά περίπου τα δύο τρίτα των γάμων στην Κύπρο είναι εκκλησιαστικοί και ότι οι πολιτικοί γάμοι αυξάνονται σταδιακά. Το 2019 ήταν μάλιστα η χρονιά κατά την οποία οι πολιτικοί γάμοι παρουσίασαν το ψηλότερο ποσοστό επί του συνόλου των γάμων (47%).4
Η μέση ηλικία γάμου παρουσιάζει γενικώς αυξητική πορεία και για τα δύο φύλα ασχέτως τύπου γάμου. Η μέση ηλικία γάμου των γυναικών ανέβηκε από 23-24 στα τέλη της δεκαετίας 1970 στα 32 έτη το 2019 σε διάστημα περίπου 40 ετών. Αντίστοιχα, η μέση ηλικία γάμου των αντρών ανέβηκε από 26-27 στα 35 έτη.
Στους πολιτικούς γάμους, η μέση ηλικία τόσο του γαμπρού όσο και της νύμφης είναι αρκετά μεγαλύτερη παρά σε εκκλησιαστικούς. Η διαφορά ηλικίας μεταξύ των τύπων γάμου ανά φύλο που μέχρι τις αρχές τη δεκαετίας του 1990 ανερχόταν σε περίπου 5 έτη τόσο στους άντρες όσο και στις γυναίκες, φαίνεται να συγκλίνει σε μέσους όρους στα 2,7 έτη για τις γυναίκες από το 2010 και μετά και σε 3,2 έτη για τους άντρες.
Στη διαφορά μέσης ηλικίας γαμπρού και νύμφης ανά τύπο γάμου, επίσης παρατηρείται σταδιακή σύγκλιση από άνω των 3 ετών σε 2,4 έτη τη δεκαετία 2010-2019 και για τους δύο τύπους γάμων.
Μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση είναι ότι η μέση ηλικία των γυναικών που παντρεύονται με πολιτικό γάμο, είναι μεγαλύτερη από την ηλικία των αντρών που νυμφεύονται με εκκλησιαστικό γάμο κατά τη διάρκεια της περιόδου μελέτης.
4 Υπήρξαν κάποιες χρονιές με ακόμη πιο ψηλά ποσοστά, όπως τα έτη από το 1998 έως και 2002, κατά τα οποία οι πολιτικοί γάμοι αποτελούσαν 53-65% του συνόλου. Δεδομένου όμως του τρόπου καταγραφής στοιχείων έως και το 2002, με βάση την οποία δεν γινόταν διαχωρισμός μεταξύ μόνιμων κατοίκων Κύπρου και μη, θεωρούμε ότι δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τα στοιχεία ως αντιπροσωπευτικά για την Κύπρο (έχουμε ήδη εξηγήσει ότι σημαντικός αριθμός γάμων αφορά σε μη μόνιμους κάτοικους).
4. Γάμοι και διαζύγια ανά υπηκοότητα 5
α. Γάμοι και διαζύγια Κυπρίων πολιτών
Μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1990, σε ποσοστό περίπου 90% οι γάμοι ασχέτως τύπου που καταγράφονται ήταν μεταξύ Κυπρίων.
Τη δεκαετία του 1990 παρατηρείται δραματική μείωση των ποσοστών των αντρών που νυμφεύονταν Κύπριες με ελάχιστο το 65% το 20046. Από το 2005 και μετά αρχίζει αντιστροφή της τάσης. Από το 2009 και μετά παρατηρείται σταθεροποίηση με ένα στους πέντε Κύπριους να νυμφεύεται με μη Κύπρια.
Αντίθετα από τους Κύπριους, οι Κύπριες συνεχίζουν να παρουσιάζουν ποσοστά γάμων με Κύπριους γύρω στο 90% μέχρι και το 2001. Στην επόμενη δεκαετία παρατηρείται μικρή πτώση του ποσοστού. Από το 2010 και μετά τα ποσοστά κυμαίνονται μεταξύ 86-90%.
Όταν το ζεύγος αποτελείται από Κύπριους και στα δύο μέρη, τότε σχεδόν πάντα επιλέγεται ο εκκλησιαστικός γάμος. Μέχρι το 1994 το ποσοστό είναι ουσιαστικά σταθερό στο 100%, ενώ μέχρι σήμερα παρατηρείται σταδιακή μείωση σε όλα τα έτη παρατήρησης μέχρι και το 2019 με το ελάχιστο ποσοστό να ξεπερνά πάντα το 85%.
Σε ότι αφορά στους γάμους στους οποίους τουλάχιστον ο ένας είναι Κύπριος, τη δεκαετία του 1980 επιλέγεται συνήθως ο θρησκευτικός γάμος (70%+ και στα δύο φύλα). Στους άντρες από τη δεκαετία του 1990 και μετά, συχνά δεν επιλέγεται ο θρησκευτικός γάμος. Μάλιστα από το 1996 μέχρι και σήμερα η πλειοψηφία επιλέγει τον πολιτικό γάμο. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, το ποσοστό των πολιτικών γάμων Κυπρίων γαμπρών με μη Κύπριες νύμφες ανερχόταν σε άνω του 65%. Στις Κύπριες το ποσοστό εκκλησιαστικού γάμου παραμένει μεταξύ 60-70%. Μόνες εξαιρέσεις τα χρόνια στις αρχές του 2000 με ποσοστά κοντά στο 55%.
5 Είτε με θρησκευτικό είτε με πολιτικό γάμο.
6 Θέλουμε να θυμίσουμε ότι η αλλαγή του τρόπου καταγραφής μεταξύ μονίμων και μη κατοίκων Κύπρου που έγινε από το 2003 και μετά δεν επηρεάζει σημαντικά τις τάσεις που παρουσιάζονται στο γράφημα. Έχουμε ήδη εξηγήσει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό γάμων μεταξύ μη μόνιμων κατοίκων αφορά ζευγάρια στα οποία και οι δύο δεν κατέχουν την κυπριακή υπηκοότητα.
Σε ότι αφορά τα διαζύγια Κυπρίων που έχουν παντρευτεί με μη Κύπριους/ες, παρουσιάζουμε στοιχεία από το 2004 και εντεύθεν. Τα συνολικά διαζύγια κυμαίνονται γύρω στο 30% όλων των γάμων από το 2004 και μετά. Για τους άντρες είναι συνήθως ψηλότερο το ποσοστό διαζυγίων όταν ο γάμος είναι με μη Κύπρια, ενώ για τις γυναίκες συνήθως ισχύει το αντίστροφο.
β. Γάμοι μεταξύ Κυπρίων και άλλων εθνικοτήτων
Όπως είδαμε και σε προηγούμενη ενότητα, από του 2005 και μετά περίπου ένας στους πέντε Κύπριους και μία στις εφτά Κύπριες, παντρεύονται με μη Κύπριους συζύγους.
Σε πρώτη φάση εξετάζουμε τους γάμους μεταξύ υπηκόων Κύπρου και Ελλάδας. Οι γάμοι μεταξύ Κυπρίων και Ελλήνων υπηκόων, με ελάχιστες εξαιρέσεις διαχρονικά κυμαίνονται μεταξύ 200-300 ετησίως. Διαχρονικά παρατηρείται μια αναλογία 7:3 με περισσότερες Κύπριες να παντρεύονται Έλληνες, παρά Κύπριοι να νυμφεύονται Ελληνίδες υπηκόους. Για τις Κύπριες μάλιστα, όταν ο γαμπρός δεν είναι Κύπριος, η πρώτη επιλογή είναι γαμπρός από την Ελλάδα.
Μια άλλη κατηγορία είναι οι γάμοι με σύντροφο από χώρες του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας7. Από το 2004 τέτοιοι γάμοι συνάπτονται σχεδόν εξ ολοκλήρου από Κύπριους παρά από Κύπριες. Ο αριθμός αυτών των γάμων μειώθηκε σημαντικά από γύρω στους 1000 το 2004 σε περίπου 400 από το 2012 και μετά. Για τους Κύπριους που νυμφεύονται μη Κύπριες, γυναίκες από τις χώρες του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας αποτελούν την πρώτη επιλογή.
7 Τα στοιχεία αφορούν στις πιο κάτω χώρες: Ρωσία, Ουκρανία, Ρουμανία, Μολδαβία, Βουλγαρία, Πολωνία, Λευκορωσία, Σλοβακία, Λετονία, Ουγγαρία, Λιθουανία και εφόσον υπάρχουν αναλυτικά ανά χώρα στοιχεία.
Όπως είδαμε σε προηγούμενη παράγραφο, όταν οι Κύπριοι νυμφεύονται μη Κύπριες, παρουσιάζουν ψηλότερα του συνόλου ποσοστά διαζυγίων. Δεδομένου ότι οι γάμοι με γυναίκες από χώρες του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας είναι οι μεγαλύτεροι σε αριθμό, παρατηρούμε ότι το ποσοστό διαζυγίων σε αυτούς τους γάμους ξεπερνά διαχρονικά το 40% και κάποιες χρονιές και το 50%.
γ. Γάμοι μεταξύ μη Κύπριων
Από το 2008 και μετά παρατηρούμε ότι σημαντικό μέρος των γάμων μεταξύ μη Κύπριων πολιτών γίνονται μεταξύ αντρών από την Ινδία – Πακιστάν – Μπαγκλαντές και γυναικών που προέρχονται κυρίως από τη Ρουμανία και δευτερευόντως από τη Βουλγαρία.
Κατά τη δεκαετία 2008-2017 οι γάμοι αυτοί κυμαίνονται σε περίπου 350 ανά έτος, με μία εξαίρεση το 2016 (766 γάμοι). Τα δύο τελευταία έτη της περιόδου παρατήρησης τα νούμερα που καταγράφονται υποδεικνύουν μια δραματικά μεγάλη άνοδο των εν λόγω γάμων σε περίπου 1300 το 2018 και σε σχεδόν 2000 το 2019.
Μια πιθανή εξήγηση για την αύξηση αυτών των γάμων έχει να κάνει με την δυνατότητα που αποκτά ο πολίτης χώρας εκτός ΕΕ να διαμένει μόνιμα στην Κύπρο ως απόρροια του γάμου, και εφόσον πληρούνται οι σχετικές πρόνοιες του νόμου 8 (γνωστοί και ως «λευκοί γάμοι»).
Αν ισχύει αυτή η υπόθεση, τότε θα αναμέναμε να παρατηρήσουμε στα αμέσως επόμενα χρόνια σημαντικό ποσοστό των εν λόγω γάμων να καταλήγει σε διαζύγιο. Οι μέχρι σήμερα υπολογισμοί μας δείχνουν σχετικά πολύ χαμηλό ποσοστό διαζυγίων που σε μέσο όρο ανέρχεται σε 12%. Σε κάποιες περιπτώσεις τα δικαστήρια ακύρωσαν γάμους ζευγαριών που καταδικάστηκαν ότι έκαναν εικονικό γάμο. Τα στοιχεία αυτά δεν περιλαμβάνονται στα διαζύγια (δεν έχουμε δημοσιευμένα σχετικά στοιχεία).
8 Άδεια παραμονής όταν πολίτης τρίτης χώρας είναι παντρεμένος με πολίτη χώρας της ΕΕ. Μάλιστα εφόσον πληρούνται συγκεκριμένες πρόνοιες (η βασικότερη των οποίων να έχουν συμπληρωθεί τουλάχιστον τρία χρόνια γάμου εκ των οποίων τα δύο με παραμονή στην Κυπριακή Δημοκρατία) μπορεί ο πολίτης τρίτης χώρας να αιτηθεί μόνιμη άδεια παραμονής. Κάποιες επιπλέον πληροφορίες μπορούν να αντληθούν από εδώ: https://www.moi.gov.cy/MOI/CRMD/crmd.nsf/All/8ECC5AE4A3E10695C22587AA00324532?OpenDocument
5. Γάμοι κατά ηλικία και τύπο γάμου το 2019
Κατά το 2019, την τελευταία χρονιά για την οποία έχουμε δεδομένα, οι περισσότεροι γάμοι κατοίκων Κύπρου καταγράφονται στις ηλικίες 25-34 τόσο για τους άντρες όσο και για τις γυναίκες (58% και 59% αντίστοιχα). Η κατηγοριοποίηση επηρεάζεται σημαντικά από τα ποσοστά εκκλησιαστικών γάμων που γίνονται από άτομα αυτών των ηλικιών (69% για τους άντρες και 73% για τις γυναίκες). Στους πολιτικούς γάμους, η διασπορά των ηλικιών είναι πιο μεγάλη (μόνο το 46% των γαμπρών και το 42% των νυμφών να ανήκουν στις ηλικίες 25-34).
Μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση είναι ότι όταν η ηλικία του γαμπρού και της νύμφης είναι είτε σχετικά μικρότερη ή μεγαλύτερη, τότε ο τύπος γάμου είναι συνήθως πολιτικός. Σε κάποιες περιπτώσεις η διαφορά είναι συντριπτική όπως για παράδειγμα στις ηλικίες 15-19 ή 60 και πάνω. Αντίθετα στις ενδιάμεσες ηλικίες (25-39 για τους άντρες και 25-34 για τις γυναίκες) η συνηθισμένη επιλογή είναι ο θρησκευτικός γάμος.
6. Διάρκεια γάμου πριν το διαζύγιο
Μέχρι και τη δεκαετία του 1990, τα διαζύγια ήταν μικρά σε αριθμό και δεν επιτρέπουν την εξαγωγή σαφών συμπερασμάτων. Από το 2000 φαίνεται ότι η κατηγορία 1-5 έτη διάρκειας γάμου πριν το διαζύγιο είναι η πιο μεγάλη ακολουθούμενη από την κατηγορία 6-9 έτη.
Αν λάβουμε υπόψη μας όλη τη διάρκεια παρατήρησης, τότε οι δύο αυτές κατηγορίες συνιστούν περίπου το 60% των διαζυγίων μέχρι και το 1990. Από το 1995 μέχρι και το 2019 το ποσοστό μειώνεται σε περίπου 50%. Τέλος είναι ίσως σημαντικό να αναφέρουμε ότι σταθερά από το 1995 και μετά, περίπου ένα στα πέντε διαζύγια αφορά σε γάμο με διάρκεια μεγαλύτερη των 20 ετών.
7. Διαζύγια και εξαρτώμενα τέκνα 9
Παράλληλα με την αύξηση των διαζυγίων παρατηρείται και αύξηση των εξαρτημένων παιδιών διαζευγμένων γονιών από περίπου 200 ανά έτος τη δεκαετία του 1980 σε περίπου 1500 ανά έτος από το 2010 και μετά (αύξηση κατά 7,5 φορές). Μικρό μέρος της αύξησης οφείλεται και στη συνολική αύξηση κατά περίπου 60% του πληθυσμού από 500-550 χιλ. τη δεκαετία του 1980 σε 830-880 χιλ. την δεκαετία του 2010. Ο σημαντικότερος παράγοντας της αύξησης των εξαρτημένων παιδιών αποτελεί η οκταπλάσια περίπου αύξηση των διαζυγίων από περίπου 250 ανά έτος τη δεκαετία του 1980 σε 2000 ανά έτος τη δεκαετία του 2010. Η ηλικία των παιδιών διαζευγμένων γονιών κατά το έτος διαζυγίου στις περισσότερες περιπτώσεις είναι μεταξύ 5-14 ετών.
9 Εξαρτώμενα τέκνα ορίζονται τα παιδιά κάτω των 18 ετών.
Αναλύοντας τον αριθμό εξαρτημένων παιδιών ανά διαζύγιο προκύπτει ότι διαχρονικά το μεγαλύτερο ποσοστό διαζυγίων αφορά σε άτεκνα ζευγάρια (46% στο σύνολο της περιόδου), ακολουθούμενα από ζευγάρια που είχαν 1 εξαρτημένο παιδί (29%).
Σε περίπτωση διαζυγίου, και όταν υπάρχουν εξαρτημένα παιδιά αυτά έχουν διαχρονικά ηλικίες μεταξύ 5 ως 14 ετών. Σε μέσο όρο 63% των παιδιών ανήκουν στις ηλικίες αυτές. Αξιοσημείωτο είναι πάντως ότι από το 2013 και μετά περίπου για το 9% των παιδιών δεν δηλώνεται ηλικία (σε σύγκριση με 2% σε μέσο όρο για το υπόλοιπο της περιόδου παρατήρησης).
8. Όροι και πηγές
· Το σύνολο των στοιχείων αντλήθηκαν από την Κυπριακή Στατιστική Υπηρεσία.
1. Ψηφιοποιημένα, μέσα από το https://www.cystat.gov.cy/el/default).
2. Όσα δεν ήταν ακόμη ψηφιοποιημένα μας παρασχέθηκαν από το αρχείο της Στατιστικής Υπηρεσίας.
Ευχαριστούμε τους αρμόδιους λειτουργούς για την υποστήριξη και επεξηγήσεις όπου χρειάστηκε.
· Όλα τα στοιχεία που παρουσιάζονται, αφορούν στις περιοχές που ελέγχει η Κυπριακή Δημοκρατία. Όποτε αναφερόμαστε σε «Κύπριους/ες »ή
«Κύπριους υπηκόους » αναφερόμαστε σε όσους καταγράφονται στις ελεύθερες περιοχές, που στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι ελληνόφωνοι
/ ελληνοκύπριοι.
· Τα στοιχεία για γάμους μέχρι και το 2003 δεν κάνουν διαχωρισμό μεταξύ κατοίκων και μη κατοίκων της Κύπρου. Για τον λόγο αυτό είναι δύσκολη
η ανάλυση των στοιχείων για το διάστημα 1997-2002, διότι παρατηρείται σημαντική αύξηση στους γάμους η οποία ενώ δεν έχουμε στοιχεία,
φαίνεται να εξηγείται μόνο από την αύξηση των γάμων μη-μόνιμων κατοίκων Κύπρου.
· Τα στοιχεία ανά εθνικότητα εμπλουτίστηκαν από το 2004 και σε συνδυασμό με τον διαχωρισμό στοιχείων ανά κατοίκους ή μη της Κύπρου,
επιτρέπουν καλύτερη και πιο ακριβή ανάλυση.
· Ορολογία:
α. Στα στοιχεία γάμων περιλαμβάνονται μόνο:
I. εκκλησιαστικοί γάμοι (Χριστιανοί Ορθόδοξοι από τις καταχωρήσεις των εκκλησιαστικών περιφερειών, αλλά και Αρμενίωνκαι Μαρωνιτών),
II. πολιτικοί γάμοι από τους δήμους στους οποίους οι γάμοι τελούνται.
Δεν περιλαμβάνονται τα σύμφωνα συμβίωσης.
β. Διαζύγιο: Οι λύσεις εκκλησιαστικών ή πολιτικών γάμων συλλέγονται από τα οικογενειακά δικαστήρια.
Σε αυτά δεν περιλαμβάνονται ακυρώσεις γάμων (λόγου χάρη γάμοι που ακυρώθηκαν σε περίπτωση εικονικού γάμου).
Copyright © 2024 dedomenon.eu